- διδαχῶν
- διδαχήteachingfem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παράδοση — η / παράδοσις, όσεως, ΝΜΑ [παραδίδω] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού παραδίδω, η απόδοση (α. «έγινε η παράδοση τού εμπορεύματος» β. «η παράδοση τού ταμείου» γ. «ἡ παράδοσις τῶν χρημάτων», Αριστοτ.) 2. η παραχώρηση, η μεταβίβαση τής εξουσίας… … Dictionary of Greek
Μηνιάτης, Ηλίας — (Ληξούρι Κεφαλονιάς 1669 – Πάτρα 1714). Εκκλησιαστικός ρήτορας. Γιος ιερατικής οικογένειας, ο Μ. διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα του Φραγκίσκο, πρωτοπαπά στο Ληξούρι. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Φλαγγινιανό γυμνάσιο της Βενετίας… … Dictionary of Greek
Σκούφος, Φραγκίσκος — Δάσκαλος, λόγιος κι ένας από τους λαμπρότερους ρήτορες των χρόνων της τουρκοκρατίας (Χανιά 1644 Ζάκυνθος 1697). Μετά την άλωση της γενέτειρας του από τους Τούρκους (1645), η οικογένεια του, μαζί με το θείο του και επιφανή ζωγράφο Φιλόθεο Σκούφο,… … Dictionary of Greek